Σάββατο 20 Μαΐου 2017

. A. Degas

.
Οι καλοί άνθρωποι είναι πάντα όμορφοι ακόμα κι αν τα χρόνια περνούν. . Επειδή η ομορφιά που είναι μέσα μας δεν παλιώνει ποτέ. Με τα χρόνια γίνεται πιο εύθραυστη και πολύτιμη. Οι όμορφοι άνθρωποι δεν σταματούν ποτέ να λάμπουν.
A. Degas

20 Μαίου = η μάχη της Κρήτης..

20 Μαίου = η μάχη της Κρήτης... «Χίτλερ να μη το καυχηθείς πως πάτησες την Κρήτη, ξαρμάτωτη την εύρηκες και λείπαν τα παιδιά της» λέει και το παραδοσιακό κρητικό ριζίτικο τραγούδι. Άλλωστε στην Κρήτη υπάρχει και κάτι άλλο, υπάρχει η ψυχή που είναι πάνω από τη ζωή και από το θάνατο, που είναι δύσκολο να το ορίσεις και αδύνατο να το περιορίσεις......Υπάρχει αυτή η περηφάνεια, το πείσμα, η παλικαριά, η αψηφισιά και μαζί τους κάτι άλλο, ανέκφραστο κι αστάθμητο, που σε κάνει να χαίρεσαι που είσαι άνθρωπος, Να χαίρεσαι, μα και συνάμα να σου δίνει μεγάλη ευθύνη, διότι ενώ νοιώθεις πως έχεις χρέος να κάμεις ότι μπορείς για να σώσεις αυτό το λαό, εκείνος βλέπει την προσπάθεια σου με ειρωνεία και περιφρόνηση. Δεν έχει την ανάγκη κανενός για να σωθεί....... Σώζει δε σώζεται.
Ενα μονάχα σου μένει τότε: να δοκιμάσεις να γίνεις άξιος αυτού του λαού, να κερδίσεις τη δύναμη της
ψυχής, που ποτέ δεν καταδέχτηκε ν' απατήσει τον εαυτό του ή τους άλλους και που πάντα τολμάει
ν' αντικρίζει, πρόσωπο με πρόσωπο, τη Θεά εκείνη που δεν κάνει χατίρια και δεν κάθεται στα πόδια
κανενός, την αγέλαστη κι αδάκρυτη θεά, την ευθύνη.Ας γονατίσουμε μπροστά στο Νησί, στο Νησί μας την Κρήτη κι ας επαναλάβουμε τους στίχους:
«Διαβάτη στάσου προσοχή,
δω χάμω κείτονται νεκροί,
που δεν επρόδωσαν ποτές,
ποτέ δεν είπαν ψέματα,
τύραννο δεν προσκύνησαν.
«Διαβάτη στάσου προσοχή,
και με άξιον νου μελέτα τους,
τι αν χαίρεσαι το ωραίο φως
κι αν όλο θάρρος περπατάς
κι αν σ΄ αγαπούν κι αν αγαπάς
κι ότι καλό έχεις στη ζωή
στο χάρισαν τούτοι οι νεκροί!»
Η σκλαβιά ή η ελευθερία; Οι απειλές, οι εκτελέσεις, οι κτηνωδίες φτάνουν στο απροχώρητο......Η απάντηση: Από τη μαυροφορεμένη Μάνα της Κρήτης που καθώς έσφιγγε το μαύρο της τσεμπέρι κάτω απ΄ το δυνατό σαγόνι της είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της: «είμαι περήφανη! Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου» και το γνωστό «Δεν την πατείτε εσείς μωρέ την Κρήτη, ανάθεμά σας!».Το ηθικό και η συμμετοχή του άμαχου πληθυσμού στην μάχη έχει σίγουρα αναφερθεί, όμως τι ήταν αυτό που έκανε τους Γερμανούς ν’ αποκαλέσουν την Κρήτη «Νησί των Αινιγμάτων», «Νησί του μυστηρίου», και τους κρητικούς «θηριώδεις»; Συνήθως σε εμπόλεμες καταστάσεις ο άμαχος πληθυσμός αποτελεί σοβαρό πρόβλημα στη στρατιωτική ηγεσία. Στην Κρήτη όμως το ηθικό τωναμάχων ήταν ακμαίο...Και αυτό που αυτή η Μάχη πια μας δίνει, σωστότερα μας «παραδίδει», εκτός από το τιμημένο όνομά της είναι το μήνυμα της: «Το αληθινό μπόι των ανθρώπων μετριέται πάντα με το μέτρο τηςλευτεριάς, και εμείς, μόνο εμείς μπορούμε να κρατούμε τα χώματά μας!» Η Κρήτη ήταν και θα είναι πάντα πόθος πολλών κατακτητών εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης του νησιού. Τίποτε όμως δεν μπορεί να αλλάξει το ότι είναι η πατρίδα του Δία, «η Αέρια», «το Ιδαίο», «η Μακρόνησος», η χώρα του Μίνωα, η πατρίδα του Βιτσέντζου Κορνάρου, του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, του
Ελ. Βενιζέλου, του Νίκου Καζαντζάκη, των πεσόντων της Μάχης της Κρήτης, της λεβεντιάς και της λύρας. Η Μεγαλόνησος, που έχει ο κάθε κρητικός μέσα του...

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

19 Μαΐου: Ο ξεριζωμός και η γενοκτονία των Ποντίων......

19 Μαΐου: Ο ξεριζωμός και η γενοκτονία των Ποντίων...........Ένα εκλεκτό τμήμα του Ελληνισμού ζούσε στα βόρεια της Μικράς Ασίας, στην περιοχή του Πόντου, μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η άλωση της Τραπεζούντας το 1461 από τους Οθωμανές δεν τους αλλοίωσε το φρόνημα και την ελληνική τους συνείδηση, παρότι ζούσαν αποκομμένοι από τον εθνικό κορμό. Μπορεί να αποτελούσαν μειονότητα -το 40% του πληθυσμού, αλλά γρήγορα κυριάρχησαν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα.
Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και την πνευματική τους άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 ψυχές, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ου αιώνα άγγιζαν τις 700.000. Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1401, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Εκτός από σχολεία διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό τους πνευματικό επίπεδο.
Το 1908 ήταν μια χρονιά - ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά αυτή εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων, που έθεσε στον περιθώριο τον Σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της θνήσκουσας Αυτοκρατορίας.
Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στο Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ελληνικό κράτος, απασχολημένο με το «Κρητικό Ζήτημα», δεν είχε τη διάθεση να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με την Τουρκία.
Οι Τούρκοι με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους» εκτοπίζουν ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα, μέσω των λεγόμενων «ταγμάτων εργασίας» («Αμελέ Ταμπουρού»). Στα «Τάγματα Εργασίας» αναγκάζονταν να υπηρετούν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στο στρατό. Δούλευαν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες. Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες.
Αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, οι Ελληνοπόντιοι, όπως και οι Αρμένιοι, ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν. Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1916, οι τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοπόντιους. Ό,τι δεν κατάφερε ο Σουλτάνος σε 5 αιώνες το πέτυχε ο Κεμάλ σε 5 χρόνια!
Το 1919 οι Έλληνες μαζί με τους Αρμένιους και την πρόσκαιρη υποστήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο ελληνοαρμενικό κράτος. Το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι εκμεταλλεύθηκαν το γεγονός για να προχωρήσουν στην «τελική λύση».Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του. Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν τη ζωή τους ξεπέρασαν τους 200.000, ενώ κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό τους στις 350.000.Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα. Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρειο Ελλάδα.Με αρκετή, ομολογουμένως, καθυστέρηση, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα στις 24 Φεβρουαρίου 1994 την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.....(X)

Τρίτη 16 Μαΐου 2017

A. Curnetta

Το πρόβλημα των ευαίσθητων ανθρώπων είναι,
ότι αφήνουν την καρδιά τους παντού..
Ακόμα και όπου δεν απαιτείται και δεν αξίζει..
A. Curnetta

Κυριακή 14 Μαΐου 2017

Στο ακρογιάλι της ουτοπίας

Έχω γνωρίσει στη ζωή μου αρκετούς ανθρώπους, που έψαχναν απεγνωσμένα την ελευθερία της ψυχής τους. Πέρασαν βουνά, θάλασσες και ποτάμια, μοναχικοί καβαλάρηδες πάντα, εραστές μια χίμαιρας που την είχαν βαφτίσει ελευθερία. Αυτού του είδους οι άνθρωποι μοιάζει να ψάχνουν τελικά για την παγίδατους. Μοιάζει να ψάχνουν, κάπου να αιχμαλωτιστούν. Κάπου να χαρίσουν, κάπου να πετάξουν, την ελευθερία που ήδηκουβαλάνε μέσα τους, χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν. Μερικοί, μπαίνουν σε ναρκοπέδια και χάνονται. Άλλοι βρίσκουν τη μεγάλη παγίδα και παγιδεύονται.Ολότελα. Για πάντα. Μόνο που δεν παραδέχονται ποτέ, πως εκεί που έφτασαν, είναι παγίδα.Της δίνουν απλώς μια άλλη ονομασία. Χρέος, ας πούμε. Θυσία. Αποστολή.Έτσι για να μπορούνε δηλαδή, άμα λάχει, να φοράνε το καπελάκι τους,στραβά........... Από το βιβλίο «Στο ακρογιάλι της ουτοπίας»

Σκισμένο ψαθάκι

Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου να φτιάχνει στέκια και καταφύγια για την ψυχή μου. Κι εκεί που είναι όλα έτοιμα κι έχω αρχίσει να βολεύομαι, εκεί που είναι τα πάντα τακτοποιημένα και κάθομαι λίγο να ξεκουραστώ και να κάμω τσιγαράκι, μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει.-Τι 'ναι τούτα δω τα σκιάχτρα; μου λέει. Δεν είναι για σένα η λούφα,κορίτσι μου. Πάλι πλαστογραφίες κάνεις; Και βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και τα κάνω όλα κεραμιδαριό.Ύστερα κάθομαι σταυροπόδι και γλείφω τις πληγές μου σαν το σκυλί. Δεν πειράζει, λέω. Πάμε γι' άλλα. Όπως και να 'χει το πράμα, η Ρόζυ γεννήθηκε
με το βλέμμα καρφωμένο στο ξημέρωμα. Όρτζα τα πανιά λοιπόν....Από το βιβλίο «Σκισμένο ψαθάκι».

Η γυναίκα μου μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα

Η γυναίκα μου μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα.
ʽΓνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάςʼ μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
ʽΗ ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.ʼ
ʽΜα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώʼ της είπα έντονα.
ʽΤο ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.ʼ
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.ʼ
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
ʽΤι συμβαίνει; Είσαι καλά;ʼ με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
ʽΝόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζίʼ της απάντησα. ʽΟι δυο μας μόνοι… Τί λες;ʼ
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: ʽΘα το ήθελα πολύ.ʼ
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα. Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού… Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της. Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
ʽΕίπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου και όλες τους συγκινήθηκανʼ μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου. ʽΔεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.ʼ
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας.΄
Μόλις καθήσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που ΄έπιαναν΄ τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
ʽΕγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;ʼ
ʽΉρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρηʼ απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.
Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
ʽΘα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρότασηʼ μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
Πώς πήγε το ραντεβού;ʼ θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
ʽΠολύ όμορφα, σ΄ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ΄ό,τι περίμενα.ʼ της απάντησα.Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου ΄έφυγε΄ από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φακέλο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
ʽΤο δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!ʼ
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως ʽΣΕ ΑΓΑΠΩʼ........ 
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα........ του να δίνουμε στους αγαπημένους μας.... το χρόνο που τους αξίζει.......... Τίποτα στη ζωή δεν είναι.... και δεν θα είναι.... πιο σημαντικό από την οικογένεια σου..... Αφιέρωσε χρόνο σ΄αυτούς που αγαπάς......... γιατί αυτοί......... δεν μπορούν να περιμένουν......{Χ}.

Η γιαγια συμβουλεύει την εγγονή της:

Η γιαγια συμβουλεύει την εγγονή της:
"...Κάθε φορά που θα νιώθεις χαμένη, μπερδεμένη, να σκέφτεσαι τα δέντρα, να θυμάσαι τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουν. Να θυμάσαι ότι ένα δέντρο με πλούσια φυλλώματα και λίγες ρίζες ξεριζώνεται με το πρώτο φύσημα του αέρα, και σ' ένα δέντρο με πολλές ρίζες και ισχνά φυλλώματα η λέμφος κυλάει με δυσκολία. Ρίζα και φυλλώματα πρέπει ν' αναπτύσσονται με το ίδιο μέτρο, πρέπει να μένεις μέσα στα πράγματα και πάνω από αυτά, μόνο έτσι θα μπορέσεις να προσφέρεις σκιά και καταφύγιο, μόνο έτσι θα μπορέσεις να γεμίσεις με λουλούδια και καρπούς τη κατάλληλη εποχή. Κι όταν θ' ανοιχτούν μπροστά σου τόσοι δρόμοι και δεν θα ξέρεις ποιον να διαλέξεις, μην ακολουθήσεις ένα στη τύχη, αλλά κάθησε και περίμενε. Πάρε βαθιές, γεμάτες εμπιστοσύνη ανάσες, όπως τη μέρα που ήρθες στον κόσμο, χωρίς ν' αφήσεις τίποτα ν' αποσπάσει την προσοχή σου. Περίμενε, περίμενε κι άλλο. Μέινε ασάλευτη, σιωπηλή κι άκουσε την καρδιά σου. Κι όταν σου μιλήσει, πήγαινε όπου σε πάει εκείνη..."

Αγαπημένες Σκέψεις

...