Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Μικρό φθινόπωρο





Στο μπαλκόνι μου ανθίζει ένα μικρό φθινόπωρο, που ΄χει μιαν άλλην εποχή στοχευμένη. Δυο απάνεμα χρυσάνθεμα που τα στόλισα ως ακρόπρωρο, φαίνεται μ΄όρισαν καθαριστή δια του κόσμου το βόρβορο• κι εγώ που νόμιζα οι κουρσάροι, πως ήταν οι καταραμένοι.
Στο μπαλκόνι μου ανθίζει ένα μικρό φθινόπωρο• στου κόσμου τ΄ανοιχτά φουντάρει αρόδου. Στην κουπαστή του κρέμουνται δυο δάκρυα-βάρος ανυπόφορο- κι εμείς σαλπάραμε καπετάνιοι έμπειροι κάποιου φτηνού μας φόβου.
Στο μπαλκόνι μου ανθίζει ένα μικρό φθινόπωρο• κλαίει με σπαραγμούς για έναν έρωτα-χειμώνα. Για τις παράνομές του τσάρκες μού μιλεί (καθώς προσεύχεται στον πρώτο Διόσκουρο) το πώς εκείνος έλιωνε σ΄ανοιξιάτικη αγκαλιά μού ανιστορεί κι εμείς βάζαμε πλώρη να φονεύσομε μιαν άτυχη ανεμώνα.
Στο μπαλκόνι μου ανθίζει ένα μικρό φθινόπωρο, που ορίζει ανάπλωρο τον ενθουσιασμό μας. Μιαν οξαλίδα αν ποτιστεί με νοθευμένη βροχή από δάκρυα και ροδόνερο,
αμέσως, μεθυσμένη θ΄ακουστεί να ομολογεί τον ανοιξιάτικο έρωτά της σε μια ρεναγκούλα κιτρινωπή, κι ο καημός της θα ΄ναι βάλσαμο ντροπιαστικό για τον καημό μας.
Βαλάντης Γαούτσης

Αγαπημένες Σκέψεις

...